Τρίτη, 24 Δεκεμβρίου 2024

Ο Κόσμος της Ειδικής Εκπαίδευσης και Φροντίδας

Ενορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ): Πότε διενεργείται – Οδηγίες για τη διαδικασία από το ΥΠ.ΕΣ.

Google+ Pinterest LinkedIn Tumblr +

Ενορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ): Πότε διενεργείται – Ποιος ο σκοπός της – Οδηγίες για τη διαδικασία από το Υπουργείο Εσωτερικών.

Ενορκη Διοικητική Εξέταση (ΕΔΕ)

Παροχή οδηγιών για τη διενέργεια Eνορκης Διοικητικής Εξέτασης (Ε.Δ.Ε.) σύμφωνα με το άρθρο 126 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007), όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει

Σε συνέχεια έγγραφων και προφορικών ερωτημάτων που υποβάλλονται στην Υπηρεσία μας σχετικά με τη διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης (Ε.Δ.Ε.), σύμφωνα με το άρθρο 126 του Υπαλληλικού Κώδικα (ν.3528/2007), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν.4057/2012 (Α’ 54), αλλά και αποβλέποντας στην ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των οικείων διατάξεων και τη διασφάλιση της αξιοπιστίας της εν λόγω διαδικασίας ως προκαταρκτικής ενέργειας στο πλαίσιο της πειθαρχικής διαδικασίας, σας γνωρίζουμε τα εξής:

 ΕΝΟΡΚΗ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ (Ε.Δ.Ε.) – Aρθρο 126 Υ.Κ., όπως ισχύει

Κατ’ εφαρμογή των οικείων διατάξεων η διαδικασία για την ανάθεση και διενέργεια Ε.Δ.Ε. περιγράφεται ως εξής:

Πότε διενεργείται Ε.Δ.Ε. και ποιος ο σκοπός αυτής;

 Ένορκη διοικητική εξέταση (Ε.Δ.Ε.) ενεργείται κάθε φορά που η υπηρεσία έχει α) σοβαρές υπόνοιες, δηλ. πληροφορίες αξιόλογες και σημαντικές ή β) σαφείς ενδείξεις, δηλ. σοβαρές ενδείξεις που είναι καταρχήν πειστικές, για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος (Ερμηνεία Υπαλληλικού Κώδικα Α.Ι. Τάχος-Ι.Λ. Συμεωνίδης, Άρθρα 106-τρίτο, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2007, σελ. 1349 επ.).

Σκοπός της ΕΔΕ είναι η συλλογή στοιχείων (όχι άτυπη όπως στην προκαταρκτική εξέταση) για τη διαπίστωση:

  1. της τέλεσης πειθαρχικού παραπτώματος,
  2. τον προσδιορισμό των προσώπων που τυχόν ευθύνονται και
  • τη διερεύνηση των συνθηκών κάτω από τις οποίες αυτό έχει τελεστεί, μεταξύ των οποίων και τη διερεύνηση των στοιχείων της υπαιτιότητας και του καταλογισμού (άρθρο 106 Υ.Κ.).

Η ΕΔΕ αποτελεί ανακριτική μέθοδο μεταξύ της προκαταρκτικής εξέτασης (άρθρο 125) και της πειθαρχικής ανάκρισης (άρθρο 127), με την οποία διευκολύνεται η διοίκηση για τυχόν εντοπισμό παραπτωμάτων και υπευθύνων, ώστε στη συνέχεια να κινηθεί, αν χρειασθεί, η πειθαρχική διαδικασία.

Με αυτή διασφαλίζεται και το υπηρεσιακό κύρος αλλά και η προσωπικότητα του υπαλλήλου από αβάσιμες και αναπόδεικτες κατηγορίες και φήμες (ΝΣΚ 271/2001).

Ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ) δύναται να διαταχθεί και κατόπιν διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης σε περίπτωση που αυτός που ενεργεί την προκαταρκτική εξέταση κρίνει ότι το υπό εξέταση πειθαρχικό παράπτωμα χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.

 Η ένορκη διοικητική εξέταση δεν συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης και δεν διακόπτει την παραγραφή του υπό εξέταση πειθαρχικού παραπτώματος.

Με το δεδομένο αυτό δεν είναι δυνατόν στον υπάλληλο, κατά του οποίου συγκεντρώνονται υπόνοιες ή ενδείξεις για τη διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, να αποδοθεί κατά το στάδιο της διενέργειας ΕΔΕ ο χαρακτηρισμός του κατηγορούμενου ή του πειθαρχικώς διωκόμενου.

Επισημαίνεται δε ότι μέχρι την ολοκλήρωση της πειθαρχικής διαδικασίας που ενδεχομένως θα κινηθεί μετά την διενέργεια της ΕΔΕ και την έκδοση πειθαρχικής απόφασης ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας του υπαλλήλου κατ’ ανάλογη εφαρμογή του αντίστοιχου θεμελιώδους κανόνα του ποινικού δικαίου (ΝΣΚ 271/2001).

 Ανάθεση ΕΔΕ

 Την  ένορκη  διοικητική   εξέταση   έχει  δικαίωμα  να  διατάξει   οποιοσδήποτε  πειθαρχικώς προϊστάμενος,

όπως ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 117 του Υ.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο δεύτερο του ν.4057/2012 και τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 παρ. 2 του ν.4325/2015 (Παράρτημα – Υπόδειγμα 1).

Η  ένορκη   διοικητική   εξέταση  ανατίθεται   και   ενεργείται  από  μόνιμο   υπάλληλο,  ήτοι  αποκλειστικά από υπάλληλο με σχέση εργασίας δημοσίου δικαίου, 

με βαθμό Α` του ίδιου Υπουργείου  ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (άρθρο 126 παρ. 2 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 41 του ν.4590/2019) και απαγορεύεται απόλυτα η ανάθεση διενέργειας ΕΔΕ σε υπάλληλο κατώτερου βαθμού εκείνου στον οποίο αποδίδεται η πράξη.

Από το συνδυασμό των διατάξεων του άρθρου 126 του Υ.Κ., σύμφωνα με το οποίο η ΕΔΕ ενεργείται από ισόβαθμο υπάλληλο του εξεταζόμενου και του άρθρου 97 περ. γ’ του Υ.Κ., σύμφωνα με το οποίο μεταξύ υπαλλήλων του ίδιου κλάδου και βαθμού δεν υπάρχει προβάδισμα, προκύπτει ότι δεν απαιτείται ο ενεργών την ΕΔΕ υπάλληλος να είναι και αρχαιότερος του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η πράξη (ΔΕφΑθ 62/2015, 1588/2008)……

………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

Διενέργεια ΕΔΕ

 Κατά παραπομπή των διατάξεων του άρθρου 126 του Υ.Κ., οι διατάξεις των παραγράφων 5, 7 και 8 του άρθρου 127 του Υ.Κ., καθώς και οι διατάξεις των άρθρων 129 και 131 του Υ.Κ. που εφαρμόζονται για την πειθαρχική ανάκριση, εφαρμόζονται αναλόγως και για τη διενέργεια ΕΔΕ. Σύμφωνα με αυτές:

  • Η ΕΔΕ είναι μυστική.
  • Η ΕΔΕ μπορεί να επεκταθεί στην έρευνα και άλλων παραπτωμάτων του ίδιου υπαλλήλου, εφόσον προκύπτουν επαρκή στοιχεία.
  • Καθήκοντα γραμματέα εκτελεί υπάλληλος, ο οποίος ορίζεται από τον ενεργούντα την ΕΔΕ (Παράρτημα – Υπόδειγμα 2).

Όσον αφορά το ζήτημα της πρόσβασης στα στοιχεία της ΕΔΕ, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση 501/2007 του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, καθώς και άλλες γνωμοδοτήσεις που έχουν εκδοθεί από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους για το ίδιο ζήτημα (451/2012, 454/2012, 457/2012, 458/2012), η μυστικότητα της ΕΔΕ δεν αίρεται με την υποβολή της πορισματικής εκθέσεως από εκείνον που τη διενεργεί, αλλά η διατήρησή της συνάπτεται με το εάν θα ασκηθεί συναφώς πειθαρχική δίωξη κατά των υπαλλήλων, στους οποίους η πορισματική έκθεση της ΕΔΕ αποδίδει τυχόν πειθαρχικές ευθύνες.

Εάν με βάση την πορισματική έκθεση της ΕΔΕ ασκηθεί πειθαρχική δωξη, τότε ο πειθαρχικώς διωκόμενος μπορεί να αποκτήσει πρόσβαση στα στοιχεία της ΕΔΕ, πριν την υποβολή της απολογίας του, όπως ρητώς προβλέπει το άρθρο 135 παρ. 3 του Υ.Κ.

Κατά το ενδιάμεσο διάστημα, μεταξύ της υποβολής της έκθεσης της ΕΔΕ και της τυχόν άσκησης πειθαρχικής δίωξης, διατηρείται η μυστικότητα της ΕΔΕ, για όσο διάστημα τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα βρίσκονται στο στάδιο μελέτης των στοιχείων της ΕΔΕ και για το λόγο αυτό δεν είναι επιτρεπτή η πρόσβαση στα στοιχεία της ΕΔΕ (πρβλ. ΝΣΚ 221/2007, 178/2000, 610/1999).

Εάν, αντιθέτως, με βάση την ως άνω έκθεση της ΕΔΕ, κριθεί από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα ότι δεν πρέπει να ασκηθεί πειθαρχική δίωξη κατά των εμπλεκόμενων δημοσίων υπαλλήλων και ο οικείος φάκελος τεθεί στο αρχείο, τότε πρόσβαση επί των στοιχείων αυτού μπορεί να αποκτήσει οποιοσδήποτε θεμελιώνει εύλογο ενδιαφέρον υπό τις προϋποθέσεις και τους περιορισμούς που προβλέπει το άρθρο 5 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας ή τυχόν άλλες ειδικές διατάξεις.

Κατά την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 130 παράγραφος 3 και 132 του Υ.Κ. για την εξέταση μαρτύρων και την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος αντίστοιχα.

ΕΞΕΤΑΣΗ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

 Με τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 130 του Υ.Κ. παρέχεται δικαίωμα εξέτασης μαρτύρων κατά τη διάρκεια διενέργειας της ΕΔΕ και μέχρι την εξέταση του υπαλλήλου, στον οποίο αποδίδεται η τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος, κατόπιν έγγραφης αίτησής του που απευθύνεται στον διενεργούντα την ΕΔΕ, ενώ ο διενεργών την ΕΔΕ υποχρεούται να  εξετάσει τουλάχιστον πέντε από τους προτεινόμενους μάρτυρες. Η παράλειψη εξέτασης μάρτυρα που έχει προταθεί αποτελεί παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας….

……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

ΑΥΤΟΨΙΑ

 Η αυτοψία διενεργείται αυτοπροσώπως από εκείνον που διενεργεί την ΕΔΕ με την παρουσία γραμματέα, με εξαίρεση την περίπτωση που η αυτοψία πρέπει να γίνει εκτός της έδρας του διενεργούντος την ΕΔΕ (άρθρο 129 παρ.1 και άρθρο 127 παρ.4 του Υ.Κ.).

Η αυτοψία δημόσιων εγγράφων ή εγγράφων ιδιωτικών που έχουν κατατεθεί σε δημόσια αρχή, διενεργείται στο γραφείο, όπου φυλάσσονται.

Eγγραφα που κατέχονται από ιδιώτη, παραδίδονται στον διενεργούντα την ΕΔΕ και επιστρέφονται υποχρεωτικώς μετά το τέλος της πειθαρχικής διαδικασίας.

Κατ` εξαίρεση η αυτοψία ιδιωτικών εγγράφων, τα οποία είναι απολύτως αναγκαία για τη διεκπεραίωση τρέχουσας υπόθεσης του κατόχου τους ή άλλου προσώπου, διενεργείται από τον διενεργούντα την ΕΔΕ στον τόπο, όπου βρίσκονται.

Ο διενεργών την ΕΔΕ, ύστερα από αίτηση του ιδιώτη, υποχρεούται να χορηγεί ατελώς απόδειξη παραλαβής και επίσημο αντίγραφο των εγγράφων που παραλήφθηκαν.

 ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΝΕΣ

 Ως πραγματογνώμονες ορίζονται από τον διενεργούντα την ΕΔΕ δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και Ο.Τ.Α., καθώς και αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, των σωμάτων ασφαλείας και του λιμενικού σώματος…………………………………………………………………………………………….

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………….

EΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟΝ ΑΠΟΔΙΔΕΤΑΙ Η ΔΙΑΠΡΑΞΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟΥ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΟΣ

Σύμφωνα με το άρθρο 132 του Υ.Κ. που εφαρμόζεται αναλόγως για τη διενέργεια ΕΔΕ, κατά την ΕΔΕ καλείται οπωσδήποτε για εξέταση ο υπάλληλος, στον οποίον αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος (Παράρτημα – Υπόδειγμα 7).

Ο διενεργών την ΕΔΕ έχει υποχρέωση να καλέσει για εξέταση τον υπάλληλο, στον οποίον αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, με ποινή ακυρότητας της διαδικασίας, καθώς η κλήση σε εξέταση αποτελεί ουσιώδη τύπο της διαδικασίας, η παράβαση του οποίου μπορεί ενδεχομένως να καλυφθεί στη συνέχεια της διαδικασίας με την εξέταση του διωκόμενου στο

πλαίσιο της πειθαρχικής ανάκρισης ή την απολογία του, εφόσον ασκηθεί πειθαρχική δίωξη (ΣΕ 2245/1997, 2160/1971). (Ερμηνεία Υπαλληλικού Κώδικα Α.Ι. Τάχος-Ι.Λ. Συμεωνίδης, Άρθρα 106-τρίτο, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2007, σελ. 1379 επ.).

Ο υπάλληλος εξετάζεται ανωμοτί και μπορεί να παρίσταται μετά δικηγόρου, όχι όμως δια δικηγόρου, δηλαδή χωρίς την παρουσία του υπαλλήλου.

Η μη προσέλευση του υπαλλήλου ή η άρνησή του να εξετασθεί, δεν εμποδίζει την πρόοδο της ΕΔΕ (Παράρτημα – Υπόδειγμα 9).

Επισημαίνεται ότι ναι μεν η εξέταση του διωκόμενου κατά το άρθρο 132 του Υπαλληλικού Κώδικα είναι κατ’ αρχήν προφορική (σε αντιδιαστολή με την πρόβλεψη για έγγραφη υποβολή της απολογίας κατά το άρθρο 135), αυτό όμως δεν συνιστά απαγόρευση υποβολής έγγραφου υπομνήματος προκειμένου να ικανοποιηθεί το συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα για προηγούμενη ακρόαση (άρθρο 20 παρ. 2 του Συντάγματος) και ως εκ τούτου το υπόμνημα αυτό, παρότι δεν υποκαθιστά την αυτοπρόσωπη παρουσία ενώπιον του διενεργούντος την Ε.Δ.Ε., θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και να μνημονευθεί στο πόρισμα της Ε.Δ.Ε.

Σύμφωνα με το άρθρο 138 του Υ.Κ., όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει, το οποίο αφορά στις κοινοποιήσεις εγγράφων στον διωκόμενο ή εν προκειμένω στον υπάλληλο, στον οποίο αποδίδεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος, η κλήση σε απολογία και κάθε πρόσκληση ή ειδοποίηση του εξεταζόμενου επιδίδονται με δικαστικό επιμελητή ή άλλο δημόσιο όργανο στον ίδιο προσωπικά ή στην κατοικία, που έχει δηλώσει στην υπηρεσία του, σε πρόσωπο με το οποίο συνοικεί.

Για την επίδοση αυτή συντάσσεται αποδεικτικό. Εάν δεν καταστεί δυνατή η επίδοση για οποιοδήποτε λόγο, συμπεριλαμβανομένης και της περιπτώσεως αγνώστου διαμονής του εξεταζόμενου, το έγγραφο τοιχοκολλάται στο κατάστημα της υπηρεσίας του υπαλλήλου και συντάσσεται πρωτόκολλο που υπογράφεται από έναν μάρτυρα. Σε περίπτωση άρνησης παραλαβής, αυτός που διενεργεί την επίδοση συντάσσει πράξη στην οποία βεβαιώνεται η άρνηση (Παράρτημα – Υπόδειγμα 8).

Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τη διάταξη του εδ. β’ της παρ. 1 του άρθρου 134 του Υ.Κ., όπως έχει αντικατασταθεί και ισχύει, η εξέταση του υπαλλήλου κατά το στάδιο της ένορκης διοικητικής εξέτασης ή της πειθαρχικής ανάκρισης σε καμία περίπτωση δεν αναπληρώνει την κλήση σε απολογία.

Η ένορκη διοικητική εξέταση ολοκληρώνεται με την υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης του υπαλλήλου που την ενεργεί. Η έκθεση αυτή υποβάλλεται, με όλα τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν, στον πειθαρχικώς προϊστάμενο, ο οποίος διέταξε τη διενέργεια της εξέτασης.

Η έκθεση αυτή που πρέπει να είναι αιτιολογημένη, με την αιτιολογία να συνιστά ουσιώδη τύπο της διαδικασίας θα πρέπει να περιλαμβάνει τα εξής (Παράρτημα – Υπόδειγμα 10).

  1. ΙΣΤΟΡΙΚΟ – Παρατίθεται το ιστορικό της υπόθεσης, τυχόν προκαταρκτική εξέταση που έχει προηγηθεί, η εντολή του διατάξαντα την ΕΔΕ, καθώς και τα συνοδευτικά έγγραφα και το νομικό πλαίσιο βάσει του οποίου ερευνάται η υπόθεση.
  2. ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ – ΕΓΓΡΑΦΑ – Περιγράφονται οι ανακριτικές πράξεις και ενέργειες του διενεργήσαντα την ΕΔΕ (εξέταση μαρτύρων, αυτοψία, πραγματογνωμοσύνη, εξέταση του υπαλλήλου και αναφέρονται τα έγγραφα που συνοδεύουν την υπόθεση, καθώς και εκείνα τα οποία ενδεχομένως κατατέθηκαν από μάρτυρες. Επίσης, αναφέρονται και εκείνα τα οποία ενδεχομένως ο διενεργών την ΕΔΕ ζήτησε και έλαβε από διάφορες υπηρεσίες ή από ιδιώτες
  3. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ – Περιλαμβάνει : α) Την ακριβή εκτίμηση των ληφθεισών μαρτυρικών καταθέσεων χωρίς να απαιτείται αντιγραφή του περιεχομένου τους, β) την ακριβή εκτίμηση των εγγράφων και όλου του αποδεικτικού υλικού γ) το συσχετισμό όλων των στοιχείων που συγκεντρώθηκαν δ) το σχολιασμό όλων των παραπάνω με σκοπό την εξαγωγή λογικών συμπερασμάτων και ε) τη διαβεβαίωση για το αν υπήρξε δόλος ή αμέλεια.
  4. ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΕΝΤΩΝ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΩΝ ΠΑΡΑΠΤΩΜΑΤΩΝ – Γίνεται ακριβής χαρακτηρισμός των πράξεων και παραλείψεων που συνιστούν πειθαρχικά παραπτώματα ή και των ποινικών αδικημάτων αν υπάρχουν, χωρίς να διατυπώνεται άποψη για την πιθανή ποινή που μπορεί να επιβληθεί.
  5. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ- Εκτίθενται τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις διαπιστώσεις. Η διατύπωσή τους πρέπει να είναι σαφής.

Εφόσον με την έκθεση διαπιστώνεται η διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο υπάλληλο,

ο πειθαρχικώς προϊστάμενος υποχρεούται να ασκήσει πειθαρχική δίωξη

εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της έκθεσης (άρθρο 126 παρ. 4 του Υπαλληλικού Κώδικα, όπως τροποποιήθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 41 του ν.4590/2019), ενώ σε περίπτωση που δεν προκύπτει τέτοια διαπίστωση μπορεί να θέτει την υπόθεση στο αρχείο.

Επιπλέον, αν από το περιεχόμενο της έκθεσης της Ε.Δ.Ε. προκύπτουν αμφιβολίες ως προς τη διάπραξη πειθαρχικών παραπτωμάτων ή και ως προς τα εμπλεκόμενα σε αυτά πρόσωπα, χωρίς όμως να αίρονται οι υπόνοιες που την προκάλεσαν, μπορεί να διαταχθεί η διενέργεια συμπληρωματικής Ε.Δ.Ε.

Σε περίπτωση όμως που, παρά τις όποιες αμφιβολίες, προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις διάπραξης τέτοιων παραπτωμάτων από συγκεκριμένα πρόσωπα, θα πρέπει να επιδιώκεται η περαιτέρω διερεύνηση της υπόθεσης από το αρμόδιο πειθαρχικό συμβούλιο με τη διενέργεια πειθαρχικής ανάκρισης σύμφωνα με το άρθρο 128 του Υ.Κ. (ΝΣΚ 73/2012, 444/2012).

Δεδομένου όμως ότι η Ε.Δ.Ε. ολοκληρώνεται με τη σύνταξη και υποβολή αιτιολογημένης έκθεσης, η εντολή για διεξαγωγή δεύτερης Ε.Δ.Ε. για τις ίδιες κατηγορίες αντίκειται στην αρχή της χρηστής διοίκησης (ΣτΕ 1626/1999), εκτός εάν έχουν προκύψει νεότερα στοιχεία στην ερευνόμενη υπόθεση.

Υπενθυμίζεται, ότι σύμφωνα με την αριθ. ΔΙΔΑΔ/Φ. 69/ 55 / 9899/15-4-2014 εγκύκλιο της Υπηρεσίας μας (ΑΔΑ: ΒΙΗΝΧ-ΧΧ5), η Ε.Δ.Ε., η οποία δεν συνιστά έναρξη πειθαρχικής δίωξης, δεν συμπεριλαμβάνεται στην έννοια της πειθαρχικής διαδικασίας κατά το άρθρο 114 του Υ.Κ. και δεν αναστέλλεται, μη εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων του άρθρου   114   του  Υ.Κ.,  

προκειμένου   να  επιτυγχάνεται     η  γρήγορη  διεκπεραίωση  των πειθαρχικών υποθέσεων και να μην προκαλούνται προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών.

Η παρούσα εγκύκλιος έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Εσωτερικών, www.ypes.gr, «Ανθρώπινο Δυναμικό Δημοσίου Τομέα-Ανθρώπινο Δυναμικό».
Δείτε τη ολόκληρη και εδώ

Δείτε επίσης

Νομοσχέδιο 3 Αξόνων για την Παιδεία: Παρουσιάσθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο
Επιμόρφωση εκπαιδευτικών 28 εκατ. ευρώ: Παρουσίαση δράσεων από ΥΠΑΙΘ
Πρόγραμμα Επιμόρφωσης εκπαιδευτικών: Νέες Θεματικές, Συντονιστές Σχολ. Σύμβουλοι, Σχολ. Σύμβουλοι, Στελέχη εκπ/σης κ.α.

Δείτε ακόμη

Σχεδιασμός Αξιολόγησης σχολείων: Βασικοί άξονες-Ποιοι θα αξιολογήσουν-Επιλογή Σχολικών Συμβούλων
Share.

About Author

Πρόεδρος του Ινστιτούτου Παιδαγωγικών Ερευνών Μελετών της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδας (Ι.Π.Ε.Μ. - Δ.Ο.Ε.). Διετέλεσε Προϊστάμενος του 2ου Γραφείου Εκπαίδευσης της Γ΄ Αθήνας, Διευθυντής Εκπαίδευσης Π.Ε. Γ΄ Αθήνας, Διευθυντής στο Ειδικό Δημοτικό Σχολείο του Αιγάλεω, Διευθυντής της Διεύθυνσης Ειδικής Αγωγής και Εκπαίδευσης (Ε.Α.Ε.) του Υπουργείου Παιδείας και Σύμβουλος Α΄ Ειδικής Αγωγής στο Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.).

Leave A Reply